stress.gr|περιγραφη διαταραχης
ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΕΙΑ II
4. Eίναι καινούρια ασθένεια η Σχιζοφρένεια (ΣΧ.);
Παρότι ο όρος "σχιζοφρένεια" χρησιμοποιείται μόνο από τις αρχές του 20ου αιώνα, η διαταραχή είναι γνωστή εδώ και πολλούς αιώνες σε όλους τους τύπους της κοινωνίας.
Στις δυτικές κοινωνίες η "τρέλα" δεν θεωρούταν ιατρικό πρόβλημα μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα. Εκείνη την περίοδο δημιουργήθηκε μια κίνηση υπέρ της προσφοράς πιο ανθρώπινης φροντίδας στους ψυχικά ασθενείς, και έτσι δημιουργήθηκαν οι προυποθέσεις για την παροχή σ'συτούς πιο επιστημονικής, ιατρικής φροντίδας. Στα πλαίσια αυτά οι ψυχικά ασθενείς ελευθερώθηκαν από τις αλυσίδες και αφέθηκαν από τις φυλακές όπου κρατούνταν, ενώ ταυτόχρονα τους προσφέρθηκε πιο κατάλληλη φροντίδα. Αργότερα, πολλές άλλες κατηγορίες ψυχικών διαταραχών αναγνωρίστηκαν. Έτσι, στις αρχές του 20ου αιώνα η ΣΧ είχε ήδη διαχωριστεί απο΄την μανιοκαταθλιπτική διαταραχή και διακριθεί σε διάφορες υποκατηγορίες. Το 1911, ο Ελβετός ψυχίατρος Εugen Bleuler χρησιμοποίησε πρώτος τον όρο "η ομάδα των σχιζοφρενειών" . Παρότι προέκυψαν διαφωνίες μεταξύ των επιστημόνων ως προς το ποιές ακριβώς καταστάσεις πρέπει να συμπεριλάβει η ομάδα αυτή των διαταραχών, ο όρος ΣΧ καθιερώθηκε από τότε και χρησιμοποιείται έως σήμερα.
5. Μπορούν τα παιδιά να νοσήσουν από ΣΧ;
Παιδιά πάνω από 5 ετών μπορούν να αναπτύξουν ΣΧ αλλά γενικά η νόσος είναι πολύ σπάνια πριν την εφηβεία. Επιπλέον, δεν έχει ακόμη ξεκαθαριστεί η σχέση της ΣΧ της παιδικής ηλικίας με εκείνη που αναπτύσσεται στους εφήβους και ενηλίκους. Αν και μερικοί ενήλικοι που αναπτύσσουν ΣΧ σαν παιδιά ήταν 'διαφορετικοί', τα ψυχωτικά συμπτώματα της ΣΧ των ενηλίκων (π.χ. ψευδαισθήσεις, παραλήρημα, ασύνδετος λόγος) σπάνια εμφανίζονται στα παιδιά.
6. Είναι επικίνδυνοι οι ασθενείς που πάσχουν από ΣΧ;
Παρότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν την τάση να συνδέουν τις ψυχικές διαταραχές με εγκληματικές ή άλλες βίαιες πράξεις, διάφορες μελέτες δείχνουν ότι τα άτομα με ψυχιατρικές διαταραχές ως σύνολο, εάν εξαιρεθούν εκείνοι που είχαν τέτοιο ιστορικό πριν νοσήσουν, δεν εγκληματούν περισσότερο απ'ότι ο γενικός πληθυσμός. Διάφορες μελέτες διεξάγονται αυτή τη στιγμή για να μπορέσουμε να περιγράψουμε με κάθε λεπτομέρεια την σχέση διαφόρων ψυχιατρικών διαταραχών και βίας, και να εξακριβώσουμε εάν κάποιες υποκατηγορίες ψυχικών διαταραχών έχουν μεγαλύτερη προδιάθεση σε βία απ'ότι άλλες.
Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ασθενών με ΣΧ δεν εμπλέκεται σε βίαιες πράξεις. Αντίθετα, οι περισσότεροι προτιμούν να αποσύρονται απο την κοινωνική ζωή και να απομονώνονται. Μερικοί ασθενείς που παρουσιάζουν οξύ επεισόδιο μπορεί να χρησιμοποιήσουν φυσική βία έναντι άλλων, αλλά τέτοιες εκρήξεις βίας έχουν γίνει σχετικά σπάνιες ύστερα από την εισαγωγή πιό αποτελεσματικών θεραπειών και κυρίως των αντιψυχωτικών φαρμάκων. Συμπερασματικά, υπάρχει γενική συμφωνία ότι τα περισσότερα βίαια εγκλήματα δεν γίνονται από ασθενείς με ΣΧ, και ότι οι περισσότεροι ασθενείς με ΣΧ ουδέποτε εγκληματούν.
7. Τι ισχύει σχετικά με την αυτοκτονία στη ΣΧ;
Η αυτοκτονία αποτελεί έναν δυνητικό κίνδυνο για τους ασθενείς που πάσχουν από ΣΧ. Οι ασθενείς αυτοί φαίνεται να έχουν υψηλότερη συχνότητα αυτοκτονιών απ'ότι ο γενικός πληθυσμός. Δυστυχώς, η πρόβλεψη της αυτοκτονίας στους ασθενείς με ΣΧ μπορεί να είναι εξαιρετικά δύσκολη. Εάν κάποιος ασθενής αποπειραθεί να αυτοκτονήσει ή εκφράσει σκέψεις του ότι σχεδιάζει κάτι τέτοιο, θα πρέπει να παραπέμπεται αμέσως σε ειδικό για βοήθεια.
8. Ποια είναι τα αίτια της ΣΧ;
Δεν έχει βρεθεί έως τώρα κάποιο μοναδικό αίτιο για την ΣΧ. 1/4πως και με πολλά άλλα νοσήματα της Ιατρικής, φαίνεται ότι γενετικοί παράγοντες δημιουργούν μια προδιάθεση στη ΣΧ, ενώ περιβαλλοντικοί παράγοντες συμμετέχουν σε διαφορετικό βαθμό στην εκδήλωσή της . Οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμη συμφωνήσει ως προς το ποιοί παράγοντες είναι εκείνοι που μπορεί να συμβάλλουν στην εκδήλωση της ΣΧ. Μέχρι στιγμής δεν έχει βρεθεί κανένα υπεύθυνο γονίδιο, ούτε κάποια ειδική βιοχημική ανωμαλία. Επίσης κανένα στρεσογόνο γεγονός δεν μπορεί από μόνο του να προκαλέσει ΣΧ.
Ι. Είναι κληρονομική η ΣΧ;
Είναι γνωστό από παλιά ότι η ΣΧ έχει κληρονομική βάση. Οι στενοί συγγενείς των ασθενών με ΣΧ έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να προσβληθούν από αυτή απ'ότι ο γενικός πληθυσμός. Για παράδειγμα, εάν κάποιος έχει έναν γονιό με ΣΧ. η πιθανότητα να προσβληθεί κατά την διάρκεια της ζωής του από ΣΧ. είναι περίπου 10%. Για την σύγκριση, ένα άτομο χωρίς κληρονομικότητα, έχει πιθανότητα περίπου 1% να προσβληθεί κατά την διάρκεια της ζωής του από ΣΧ.
Τα τελευταία 25 χρόνια, δύο ομάδες ιδιαίτερα εκλεπτυσμένων ερευνών κατέδειξαν την σημασία των γενετικών παραγόντων στην ανάπτυξη της σχιζοφρένειας. Η πρώτη ομάδα ερευνών, μελέτησε την συχνότητα ΣΧ. σε πανομοιότυπους και μη-πανομοιότυπους διδύμους (μελέτες διδύμων ). Οι πανομοιότυποι δίδυμοι προέρχονται από το ίδιο ωάριο ('μονοωογενείς') και γι'αυτό έχουν 100% ίδιο γενετικό υλικό. Οι δίδυμοι που προέρχονται από δύο διαφορετικά ωάρια ('διωογενείς') δεν μοιάζουν περισσότερο απ'ότι δύο κανονικοί αδερφοί : έχουν κοινό το 50% του γενετικού υλικού. Η άλλη ομάδα ερευνών μελέτησε υιοθετημένα παιδιά γονιών με ΣΧ. ( μελέτες υιοθεσίας ).
Οι πρόσφατες μελέτες διδύμων επιβεβαίωσαν τις παλιότερες και λιγότερο εξονυχιστικές μελέτες. Το γενικό τους συμπέρασμα είναι ότι ζεύγη πανομοιότυπων διδύμων εμφανίζουν πολύ συχνότερα ΣΧ. σε σχέση με ζεύγη διωογενών διδύμων ( δηλαδή οι πανομοιότυποι δίδυμοι νοσούν πιό συχνά ΚΑΙ οι δύο από ΣΧ. σε σχέση με τους διωογενείς). Μολονότι οι μελέτες διδύμων φανερώνουν με τρόπο αδιαμφισβήτητο τη σημασίατων γενετικών παραγόντων στην γένεση της ΣΧ., ωστόσο δεν εξηγούν απόλυτα το φαινόμενο. Το γεγονός ότι ο πανομοιότυπος δίδυμος αδερφός ατόμου που πάσχει από ΣΧ. δεν έχει πιθανότητα να νοσήσει 100% αλλά περίπου 40%-60%, σημαίνει ότι (όσο ψηλή και αν είναι η πιθανότητα αυτή - συγκρίνετε με το 1% του γενικού πληθυσμού) και άλλοι παράγοντες του περιβάλλοντος πρέπει να συμμετέχουν
Οι μελέτες υιοθεσίας εστίασαν το ενδιαφέρον τους σε υιοθετημένα παιδιά για να εξετάσουν την σχετική σημασία κληρονομικών και περιβαλλοντικών παραγόντων. Στην καλύτερη εργασία αυτού του είδους, που έχει γίνει στη Δανία, μελετήθηκαν παιδιά που είχαν γονείς με ΣΧ. και τα οποία υιοθετήθηκαν από άλλες οικογένειες. Τα παιδιά αυτά συγκρίθηκαν με υιοθετημένα παιδιά που οι βιολογικοί τους γονείς δεν έπασχαν από ΣΧ. Η μελέτη αυτή και άλλες παρόμοιες έδειξαν ότι τα παιδιά που οι βιολογικοί τους γονείς έχουν ΣΧ. έχουν περισσότερες πιθανότητες να νοσήσουν από ΣΧ. ακόμη και όταν δεν υπάρχει προσωπική επαφή (και άρα επίδραση του 'περιβάλλοντος') όπως συμβαίνει στα υιοθετημένα παιδιά.
1/4λες οι έρευνες δείχνουν ότι η ΣΧ. έχει κληρονομική βάση, αλλά ο βαθμός της γενετικής επίδρασης παραμένει ακόμη αδιευκρίνιστος. Οι περισσότεροι επιστήμονες συμφωνούν ότι αυτό που μπορεί να κληρονομείται είναι η ευπάθεια προς τη νόσο - μιά κληρονομική προδιάθεση η οποία σε συνδυασμό με κάποιους άλλους παράγοντες μπορεί να οδηγεί στη ΣΧ. Αυτή η προδιάθεση μπορεί να έχει την μορφή κάποιας βιοχημικής ή ενζυμικής ανωμαλίας, μιάς λεπτής νευρολογικής βλάβης, ή κάποια άλλη μορφή ή ακόμη και συνδυασμό τους.
Μέχρι σήμερα δεν γνωρίζουμε πώς μεταβιβάζεται η κληρονομική αυτή προδιάθεση και έτσι δεν είμαστε σε θέση να προβλέψουμε με ακρίβεια εάν ένα συγκεκριμένο άτομο πρόκειται να νοσήσει ή όχι. Σε μερικούς ανθρώπους, ο γενετικός παράγοντας μπορεί να είναι κρίσιμος για την ανάπτυξη της νόσου, σε άλλους μπορεί να μην είναι.
ΙI. Μήπως η ΣΧ. οφείλεται στον τρόπο που μεγαλώνουν οι γονείς τα παιδιά τους ;
Οι περισσότεροι ερευνητές σήμερα συμφωνούν ότι οι γονείς δεν προκαλούν την ΣΧ. Σε παλιότερες εποχές υπήρχε μιά τάση από μερικούς ειδικούς να κατηγορούν τους γονείς για την διαταραχή του παιδιού τους. Σήμερα, η στάση αυτή θεωρείται όχι μόνο ανακριβής αλλά και αντιπαραγωγική. Σήμερα, οι ειδικοί προσπαθούν να εντάξουν όλη την οικογένεια στο θεραπευτικό πρόγραμμα, ενώ επίσης δείχνουν ιδιαίτερη ευαισθησία και κατανόηση στο βαρύ φορτίο που η οικογένεια σηκώνει όταν τύχει κάποιο μέλος της να έχει ΣΧ.
ΙII. Οφείλεται η ΣΧ. σε κάποια βιοχημική ανωμαλία;
Αν και κανένας νευροβιοχημικός αιτιολογικός παράγοντας δεν έχει μέχρι στιγμής συνδεθεί απόλυτα με την ΣΧ., ωστόσο η γνώση σχετικά με την βιοχημεία του εγκεφάλου και η σχέση της με την ΣΧ. αυξάνεται πολύ γρήγορα. Εδώ και πολλά χρόνια οι νευρομεταβιβαστές - ουσίες που επιτρέπουν την επικοινωνία μεταξύ των νευρικών κυττάρων του εγκεφάλου - έχουν ενοχοποιηθεί για την γένεση της ΣΧ. Φαίνεται πιθανό η νόσος να σχετίζεται με μια διαταραχή της ισορροπίας των περίπλοκων και αλληλοσυσχετιζόμενων χημικών συστημάτων του εγκεφάλου. Μολονότι δεν έχουμε ακόμη οριστικές απαντήσεις, η έρευνα πάνω στην ΣΧ. είναι και πολύ δραστήρια και συναρπαστική.
ΙV. Οφείλεται η ΣΧ. σε δομική ανωμαλία του εγκεφάλου;
Το ενδιαφέρον γι'αυτήν την ερώτηση αναθερμάνθηκε μετά την ανακάλυψη της αξονικής τομογραφίας - ένα είδος ακτινογραφίας με το οποίο μπορούμε να δούμε με αρκετή σαφήνεια τον ζωντανό εγκέφαλο . Μερικές μελέτες που χρησιμοποίησαν την τεχνική αυτή έδειξαν ότι οι ασθενείς με ΣΧ. παρουσιάζουν πιό συχνά ανωμαλίες της δομής (της κατασκευής) του εγκεφάλου απ'ότι υγιείς άνθρωποι της ίδιας ηλικίας (π.χ. οι εσωτερικές κοιλότητες του εγκεφάλου -οι κοιλίες του εγκεφάλου - παρουσιάζονται μεγαλύτερες). Πρέπει όμως να τονιστεί ότι όλες αυτές οι ανωμαλίες που έχουν αναφερθεί είναι αφενός πάρα πολύ λεπτές και αφετέρου ούτε είναι χαρακτηριστικές της ΣΧ. ούτε συναντώνται μόνο σε άτομα με ΣΧ.
Ένα πιο πρόσφατο επίτευγμα αποτελεί η Τομογραφία Εκπομπής Ποζιτρονίων (Positron Emission Tomography - PET) . Σε αντίθεση με την αξονική τομογραφία η οποία παράγει στστικές εικόνες της κατασκευής του εγκεφάλου, η PET μπορεί να εκτιμήσει τη μεταβολική δραστηριότητα του ζώντος εγκεφάλου, συμπεριλαμβανομένων περιοχών βαθιά μέσα στο εσωτερικό του εγκεφάλου. Μέχρι στιγμής τα ευρήματα με την PET είναι μόνο προκαταρκτικά, αλλά πιστεύεται ότι σε συνδυασμό και με άλλες απεικονιστικές τεχνικές θα μας παρέχει σημαντικές πληροφορίες για την δομή και την λειτουργία του ζώντος εγκεφάλου.
Άλλες ειδικές απεικονιστικές τεχνικές που μπορεί να βοηθήσουν στην κατανόηση της ΣΧ. περιλαμβάνουν την μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου (MRI), η ραδιοισοτοπική μελέτη της περιοχικής εγκεφαλικής κυκλοφορίας (RCFB) και τέλος το ψηφιακό ηλεκτρο-εγκεφαλογράφημα (ΗΕΓ). Η μαγνητική τομογραφία παράγει εικόνες της δομής του εγκεφάλου και στηρίζεται στην διαφορετική συμπεριφορά των διαφόρων δομών όταν εφαρμόζεται μαγνητικό πεδίο επάνω τους. Στην RCBF γίνεται εισπνοή ενός ραδιοδραστικού αερίου και ο ρυθμός απομάκρυνσης της ουσίας αυτής από διαφορετικές εγκεφαλικές περιοχές δίνει πληροφορίες για την σχετική δραστηριότητα των περιοχών αυτών κατά τις διάφορες νοητικές δραστηριότητες. Το ψηφιακό ΗΕΓ εξετάζει την ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου καθώς αυτός αντιδρά σε διάφορα ερεθίσματα. Ολες αυτές οι απεικονιστικές τεχνικές χρησιμοποιούνται αποκλειστικά στην έρευνα για την διελεύκανση της αιτιολογίας της ΣΧ. Δεν αποτελούν καινούριες μορφές θεραπείας.