Όλοι γνωρίζουμε τα σωματικά συμπτώματα με τα οποία συνδέεται το άγχος (για παράδειγμα η ταχυκαρδία, η εφίδρωση, ο τρόμος και το πιάσιμο στους μύες, η γρήγορη και επιπόλαιη αναπνοή). Ωστόσο, πολλοί λιγότεροι αντιλαμβάνονται ότι το άγχος προκαλεί επίσης και διάφορα άλλα “ψυχολογικά” συμπτώματα που μερικες φορές προκαλούν μεγαλύτερη δυσφορία από τα σωματικά, ενώ η εμφάνισή τους μπορεί να τρομάξει περισσότερο τους πάσχοντες. Αυτό συμβαίνει διότι τα ψυχολογικά συμπτώματα του άγχους δεν γίνονται άμεσα αντιληπτά ως συνέπειες του άγχους, αλλά ως διακριτά “πρωτογενή” φαινόμενα που μπορεί να παρατείνονται περισσότερο από τα σωματικά.
Τα δυο πιο σημαντικά ψυχολογικά συμπτώματα του άγχους είναι η αποπροσωποποίηση και η αποπραγματοποίηση. Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε από την αρχή ότι οι εμπειριες αυτές είναι πολύ συχνές διότι το ίδιο το άγχος είναι μια κοινή και πανανθρώπινη εμπειρία. Για το λόγο αυτό οι εμπειρίες αυτές είναι επίσης πολύ κοινές, ακόμη και σε υγιή άτομα κάτω από την επίδραση ισχυρών συναισθηματικών βιωμάτων.
Ο όρος αποπροσωποποίηση αναφέρεται σε μεταβολή της επίγνωσης του εαυτού και της δραστηριότητάς του κατά την οποία το άτομο νιώθει σα να μην είναι πραγματικό ή σα να παίζει κάποιον ρόλο και ότι δεν είναι αυθόρμητο και φυσικό αλλά σαν ψεύτικο ή η σκιά ενός ζωντανού ατόμου. Σύμφωνα με την περιγραφή των κλινικών εγχειριδίων, το άτομο αισθάνεται αποσπασμένο από τις εμπειρίες του, σα να παρατηρεί τον εαυτό του από μακρινή απόσταση ή από την «ανάποδη μεριά ενός τηλεσκόπιου». Οι ασθενείς χάνουν την αίσθηση της οικειότητας του εαυτού τους και του περιβάλλοντα χώρου τους.
Η αίσθηση αυτή συχνά συνδυάζεται με την αποπραγματοποίηση καθώς το εγώ και το περιβάλλον του βιώνονται πάντα μαζί ως ένα ενιαίο σύνολο. Στην αποπραγματοποίηση το άτομο βιώνει επίσης και το περιβάλλοντα χώρο σαν φανταστικό. Ένα δωμάτιο, ένας δρόμος, ένα λεωφορείο φαίνεται σαν «σκηνή θεάτρου» με ηθοποιούς παρά με πραγματικούς ανθρώπους που ασχολούνται με τις καθημερινές τους δραστηριότητες. Όλα φαίνονται άχρωμα και τεχνητά ή σα να είναι φτιαγμένα από πλαστικό, οι άνθρωποι υποκρίνονται τα συναισθήματά τους ή φαίνονται σαν μαριονέτες χωρίς να είναι πραγματικά ζωντανοί.
Όπως φαίνεται από την περιγραφή του φαινομένου της αποπροσωποποίησης και της αποπραγματοποίησης πρόκειται ξεκάθαρα για μια οιονεί (asif) εμπειρία. Ο ασθενής την περιγράφει «σα να» συμβαίνει αλλά ταυτόχρονα αντιλαμβάνεται ότι αυτό «δεν μπορεί» να συμβαίνει! Εκφράζει αβεβαιότητα για την εμπειρία και προσπαθώντας να την σκιαγραφήσει την περιγράφει με όρους «σα να». Πρόκειται για υποκειμενική εμπειρία που είναι πάντα δυσάρεστη (από λίγο έως πάρα πολύ) αλλά η επίγνωση διατηρείται. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να υπεισέρχεται παραληρητική παρερμηνεία (οπότε τότε δεν καταγράφεται αυτό το σύμπτωμα), ούτε χάνονται τα στοιχεία της προσωπικής ταυτότητας (ποιος είμαι, τι κάνω εδώ). Πέραν του δυσάρεστου συναισθήματος και του άγχους μπορεί επίσης να προκαλείται και συναισθηματικό μούδιασμα. Συχνή είναι και η διαταραχή στην αντίληψη του χρόνου (σα να έχει παγώσει ή να τρέχει πιο αργά).
Σε επίπεδο φυσιολογίας, τα ψυχολογικά αυτά συμπτώματα φαίνεται να σχετίζονται περισσότερο με την έκκριση στο άγχος της ορμόνης κορτιζόλης, που προκαλεί ένα είδος “αποσύνδεσης” από το περιβάλλον. Υπενθυμίζουμε ότι τα σωματικά συμπτώματα είναι πιο άμεσα και σχετίζονται με την έκκριση της αδρεναλίνης. Και οι 2 αυτές ουσίες εκκρίνονται από τα επινεφρίδια, η μεν κορτιζόλη από τον φλοιό (εξωτερικό περίβλημα) των επινεφριδίων, η δε αδρεναλίνη από το μυελό των επινεφριδίων (εσωτερικό τμήμα).
Τα συμπτώματα αυτά, όταν παρουσιάζονται σε παθολογικές καταστάσεις, συνήθως αφορούν ασθενείς που παρουσιάζουν κοινές (ήπιες) ψυχικές διαταραχές. Από πλευράς συχνότητας είναι το τρίτο κατά σειρά πιο συχνό σύμπτωμα μετά δηλαδή το σωματικό άγχος και την καταθλιπτική διάθεση. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που βιώνουν αυτά τα συμπτώματα θα πάσχουν τελικά είτε από κάποια αγχώδη διαταραχή (π.χ. διαταραχή πανικού, διαταραχή γενικευμένου άγχους) είτε από κατάθλιψη. Αυτό ωστόσο έρχεται σε αντίθεση με τις υποκειμενικές περιγραφές των ασθενών οι οποίοι θεωρούν την εμπειρία τρομακτική και ένδειξη ότι χάνουν το μυαλό τους ή τρελαίνονται. Για το λόγο αυτό συχνά δυσκολεύονται να περιγράψουν στους ειδικούς τα συμπτώματα αυτά με τον φόβο ότι οι τελευταίοι θα τους παρεξηγήσουν και θα τους περάσουν για «τρελούς».
Η φυσική ιστορία του συμπτώματος είναι καλοήθης. Συχνά επισυμβαίνει υπό τη μορφή «κρίσεων» με διάρκεια από λίγα δευτερόλεπτα εώς λίγες ώρες. Σπανιότερα μπορεί να επιμένουν ήπια συμπτώματα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Η βελτίωση είναι συνήθως σταδιακή και βαθμιαία ο ασθενής επιστρέφει στη συνήθη εμπειρία εαυτού και διαντίδραση με το περιβάλλον του χωρίς ειδικά μέτρα.
Πέραν από τις αγχώδεις και καταθλιπτικές διαταραχές το σύμπτωμα μπορεί να εκδηλωθεί στα πλαίσια της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής, στη διαταραχή στρες μετά από ψυχοτραυματική εμπειρία (PTSD), σε διαταραχές χρήσης ουσιών (π.χ. LSD) και σε οργανικές διαταραχές. Τα διαγνωστικά εγχειρίδια περιλαμβάνουν επίσης και ένα ξεχωριστό σύνδρομο αποπροσωποποίησης – αποπραγματοποίησης όταν δεν υπάρχει άλλη υποκείμενη ψυχική διαταραχή. Διαφορική διάγνωση πρέπει να γίνει από φαινόμενα παραμνησιών τύπου déjà που παρατηρούνται σε νευρολογικές διαταραχές (επιληψία), αλλά αυτό είναι σχετικά εύκολο.